25.5.09

Το πολύ το τσίκι τσίκι κάνει το παιδί ζωγράφο

(από τις "πειραγμένες" παροιμίες του ζωγράφου)












Μανώλης Ζαχαριουδάκης στην γκαλερί Άστρα, Καρυάτιδων 8 στην Ακρόπολη μέχρι την Παρασκευή

decAdAnce


Οι Ολυμπιακές εγκαταστάσεις του Παλαιού Φαλήρου πάντως έξοχος χώρος. Δίπλα στη θάλασσα, καραβάκια, ηλιοβασιλέματα. Κάτι είναι κι αυτό. Μέσα δε κάτι σε πιάνει, δεν ξέρω τι φταίει, η Μεγάλη επέλαση της ζωγραφικής, τα τόσο φιλικά στον θεατή πια έργα, τα αρπαχτικά βλέμματα, περάστε κόσμε, κάτι για το σαλόνι σας, τιμαί λογικαί…
Επιλογές συμβατικές, χωρίς καμία τόλμη, χωρίς άποψη ή πρόταση, χωρίς προκλήσεις πάνω απ' όλα, λιγοστά βίντεο, χιλιοειδωμένες φωτογραφίες – αισθητική παζαριού συν μια μιζέρια…
Τα παιδιά με τις μάσκες στα εγκαίνια να ταλαιπωρούν βάναυσα ένα πιάνο σε μια τελετουργία καταστροφή (ς) -δεν το ‘σπαγαν μια και καλή όπως εκείνες τις παλιές χρυσές εποχές…- ο κόσμος να χειροκροτεί αμήχανα, μια απορία, μια απογοήτευση, ένα μισοειρωνικό χαμόγελο-αυτό είναι όλο; Πόσο μικρή φαίνεται η Art Athina απ’ το μπαλκόνι!
Σε εποχές «κρίσης»- λέξη τόσο καραμέλα πια που μια φίλη και εξαίρετη καλλιτέχνης μου απαγορεύει να προφέρω καν – όλοι και όλα πισωγυρίζουν, κλείνονται σε κουκούλια δήθεν παράδοσης και σκληροπυρηνικού συντηρητισμού. Η τέχνη βεβαίως- τρανή βιτρίνα του καιρού της- πρώτη και καλύτερη. Οι φουάρ ως επίσημοι κράχτες των εικαστικών τεχνών είναι μάλλον οι πιο έγκυροι τόποι αναγνώρισης του φαινομένου. Μάλιστα κυρίες και κύριοι, είμαστε σε κρίση!
(πολύ γκρίνια τον τελευταίο καιρό το ξέρω...)

21.5.09

taf όπως Τέχνη

Ένας καινούριος χώρος για τις τέχνες εμφανίζεται στο Μοναστηράκι. Το taf (the art foundation) έκανε τα εγκαίνια του την Τρίτη με δυο- ενδεικτικές για το τι πορεία θα ακολουθήσει-εκθέσεις ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών σε ένα πανέμορφο κτήριο -που δεν θα περίμενες ποτέ να βρεις πίσω από την πλατεία Αβησσυνίας-, όπου συνδυάζει εκτός από το τυπικό «λευκό κουτί» και εναλλακτικές δυνατότητες έκθεσης με μικρά πέτρινα δωμάτια που περιστοιχίζουν την εσωτερική αυλή του κτηρίου. Υπεύθυνοι για αυτή την φρέσκια άφιξη είναι οι τρομεροί Αφοι Γεωργακόπουλοι της Cheap Art και ο εικαστικός Χαράλαμπος Δερμάτης.
Welcome!
http://www.theartfoundation.gr/

15.5.09

Big in Japan

Μέσα σε έναν κιτς πλουραλισμό και μια μικροαστική υπερβολή, σε χονδροειδείς προχειρότητες και τετριμμένα κοινωνικά σχόλια, σε άκομψους αστεϊσμούς, χιούμορ ανύπαρκτης λεπτότητας, ντεμέκ πολιτικές θέσεις και life style ευσεβείς προσδοκίες, μέσα στην επενδυμένη ακριβές ιδέες αποφορά του κατά βάση «δηλωμένου» καλλιτεχνικού κόσμου ενίοτε-όλο και πιο σπάνια - αναδύονται μοναδικές μακρές στιγμές απόλαυσης που σου υπενθυμίζουν γιατί τέλος πάντων αξίζει να ασχολείται κανείς-λιγότερο ή περισσότερο, με αγάπη ή απλώς ενδιαφέρον- με αυτό το άμορφο που ονομάζεται σύγχρονη τέχνη- εν Ελλάδι.
Αν και εκτιμώ γενικώς τον προβληματισμό του Σαπουντζή πάνω στο μνημείο, θεωρώ τη ζωγραφική της Ευσταθίου πολύ καλής ποιότητας και την ολιστική γλυπτική άποψη του Αργιανά πραγματικά ενδιαφέρουσα -και με εμφανή και φερέλπιδα περιθώρια εξέλιξης -ήταν η δουλειά της Χάρις Επαμεινώνδα που με κέρδισε απολύτως εχθές, από την έκθεση των υποψηφίων για το φετινό βραβείο ΔΕΣΤΕ. Με αυτή τη λεπτότητα και την μαγική ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζει καλλιτέχνες σαν την Μαρία Λοϊζίδη ή την Kiki Smith, μια τέχνη που πολύ εύκολα από μια πρώτη βιαστική ματιά χαρακτηρίζεται γυναικεία, είναι όμως απλώς υψηλής ευαισθησίας και ευφυΐας, τα μικρού μεγέθους ανεπαίσθητα κολάζ όπου η ντελικάτη, σχεδόν αόρατη επεξεργασία της εικόνας δημιουργεί παράδοξες παραστάσεις, παράγει και υπονομεύει ταυτόχρονα τη νοσταλγία μιας αθωότητας -μια «μακρινή» χωρικά - χρονικά εποχή που ενισχύεται από το γεγονός ότι αναφέρεται σε έναν τόσο ξένο πολιτισμό. Δουλειά πολύ ιδιαίτερη και νέα, χωρίς εξεζητημένες χειρονομίες, με μια ηρεμία που λείπει γενικώς από τη σύγχρονη δημιουργία του οπτικού θορύβου και λειτουργεί τελικά σαν αισθητική όαση. Μπράβο.

14.5.09

Nam June Paik




Με αφορμή το μεγάλο αφιέρωμα στον πολύ αγαπημένο fluxus καλλιτέχνη Nam June Paik που ξεκινά απόψε με το Athens Video Festival ανεβάζω εδώ ένα κείμενο που είχα γράψει μετά τον θάνατό του πριν 3 χρόνια, μέρος του οποίου είχε τότε δημοσιευτεί στη LIFO.



"As collage technique replaced oil paint, the cathode-ray tube will replace the canvas."
Nam June Paik , 1965

Μια μέρα του Οκτώβρη του 1965, ο Πάπας Παύλος VI επισκέπτεται τη Νέα Υόρκη. Την ίδια εκείνη μέρα, ο Nam June Paik αγοράζει την πρώτη του Sony Portapret, μια από τις πρώτες βιντεοκάμερες που μόλις έχουν βγει στην αγορά, και βιντεοσκοπεί μέσα από το ταξί του την πομπή του Πάπα στην πόλη, που έχει μποτιλιάρει όλη την 5η Λεωφόρο. Εκείνο το βράδυ -όπως λέει ο μύθος- στο Café a Gogo –jazz bar και στέκι των τότε πιο εναλλακτικών καλλιτεχνικών κύκλων της Αμερικάνικης μητρόπολης- η βιντεοσκοπημένη πομπή προβάλλεται και με αυτό τον τρόπο πραγματοποιείται από τον Κορεάτη καλλιτέχνη η πρώτη video art προβολή στην ιστορία των εικαστικών τεχνών.
Μια νέα εποχή για την τέχνη ξεκινά και ο Nam June Paik στέφεται-αδιαμφισβήτητα- πατέρας της video art.
Γεννημένος το 32’ στη Σεούλ, δυναμικά εφοδιασμένος με σπουδές μουσικής, τέχνης και φιλοσοφίας και έχοντας κάνει την διατριβή του στον –πρωτεργάτη της ατονικής μουσικής-Arnold Schoenberg, ο Nam June Paik φτάνει στη Γερμανία το 1956 όπου και θα συνδεθεί με δυο από τις σημαντικότερες μετέπειτα επιρροές του, όσον αφορά στην ενασχόλησή του με την ηλεκτρονική τέχνη, τον Karlheinz Stockhausen και τον John Cage-ηγετικές φυσιογνωμίες αμφότεροι, στην πειραματική μουσική. Η επαφή του ιδιαίτερα με τον Cage-αφοριστικά καινοτόμο και ευφυή συνθέτη αλλά και πρωτοπόρο performer- θα υπάρξει καταλυτική καθώς ο νεαρός Paik στρέφεται στη συνέχεια υπό την επήρειά του στη σύνθεση και την performance.
Δεν αργεί να εισέλθει στο fluxus-το περίφημο κίνημα αντι-τέχνης που στοιχειώνει την καλλιτεχνική πρωτοπορία της εποχής-μετά από πρόσκληση του ίδιου του ιδρυτή του, George Maciunas.
Αξιομνημόνευτη το 62’ στο πρώτο φεστιβάλ Fluxus στο Wiesbaden της Δυτικής Γερμανίας η ιδιαίτερη ερμηνεία που δίνει στο έργο του συνθέτη Le Monte Young, του οποίου η παρτιτούρα έλεγε μόνο «Σχεδιάστε μια ευθεία γραμμή και ακολουθήστε την». Ο Paik βούτηξε χέρια κεφάλι και γραβάτα σε ένα μπολ με μελάνι και ντοματοχυμό και τα τράβηξε κατά μήκος μιας ευθείας πάνω σε λευκό χαρτί. Η performance αυτή γνωστή ως Zen for head δίνει μια χαρακτηριστική εικόνα της fluxus αισθητικής που ασπάζεται αλλά και της ικανότητάς του να πραγματοποιεί εναλλακτικές αναγνώσεις στα πράγματα.
Εμμένοντας τόσο στο Ζεν όσο και στο πνεύμα του fluxus, λίγο αργότερα, δίνει τη δική του εκδοχή στα Μαντσονικά άχρωμα παρουσιάζοντας το απόλυτα μινιμαλιστικό φιλμ Zen for films –τίποτα παραπάνω από τριάντα λεπτά εντελώς ακατέργαστου φιλμ!-, βγάζοντας τοιουτοτρόπως περιπαικτικά τη γλώσσα σε έναν ολόκληρο μηχανισμό κινηματογραφικής παραγωγής …
Η άφιξη του video είναι για αυτόν –και για πολλούς άλλους σύγχρονούς του καλλιτέχνες με τις ίδιες ανησυχίες- μια νέα διάσταση για τους πειραματισμούς του πάνω στη μνήμη, την αμεσότητα, το εφήμερο και το χρόνο γενικά-προβληματισμός που τον απασχολεί με συνέπεια σε όλο του το έργο. Συχνά αναφέρεται στη δουλειά του ως Time art (Χρονική τέχνη) και αρνείται να την ταξινομήσει σε οποιοδήποτε άλλο είδος.
Μέσα σε ένα χωροχρόνο έντονων κοινωνικοπολιτικών ανακατατάξεων – δεκαετία του 60’ στις Ηνωμένες Πολιτείες - και με την τεχνολογία να αναπτύσσεται ιλιγγιωδώς και σχεδόν ανεξέλεγκτα, ο Κορεάτης καλλιτέχνης –με αναπόφευκτες λόγω της γενέτειρας του τις επιρροές από την ανατολική κουλτούρα, η οποία αποδέχεται και βιώνει οργανικά τις αλλαγές μέσα από τη Ζεν φιλοσοφία - ξεκινά μια διαδικασία κατανόησης και αφομοίωσης της τεχνολογίας αυτής, για να μπορέσει στη συνέχεια να την εντάξει λειτουργικά στο καλλιτεχνικό του ιδίωμα.
Βασικό του όργανο, η άρτι αφιχθείσα τω καιρώ εκείνο τηλεόραση, που έχει επιδείξει μια εντυπωσιακή «εισβολή» στον αστικό τρόπο ζωής της εποχής. Σαγηνεμένος ήδη από την παιδική του ηλικία, από το ραδιόφωνο, δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστος από το μαγικό κουτί. Τη χρησιμοποιεί, τη μετατρέπει, επεμβαίνει μοναδικά σε αυτή, την αμφισβητεί, την αναθεωρεί και την επαναπροσδιορίζει. Η τηλεόραση γίνεται –θα έλεγε κανείς-η μούσα του.
Στην πρώτη ατομική του έκθεση το 1963-Exposition of music electronic television- χρησιμοποιεί σκορπισμένες μέσα σε ένα δωμάτιο δεκατρείς οθόνες τηλεόρασης με διαστρεβλωμένο σήμα προκαλώντας τους θεατές να αντιμετωπίσουν τον νέο αυτό θεσμό της ζωής τους και του σπιτιού τους με μια άλλη ματιά. Είναι μόνο η αρχή μιας ολόκληρης σειράς έργων και performances στην ίδια θεματική. Χαρακτηριστικά μόνο μπορούμε να αναφέρουμε εδώ μερικά, TV chair, TV garden, TV clock, Magnet TV, Participation TV.
Επίμονος μελετητής της τεχνολογίας αλλά και αδιάκοπα αμφισβητίας αυτής o Paik πειραματίζεται με το video, την τηλεοπτική εικόνα και όλες τις μορφές ψηφιακής εικονοπλασίας προκειμένου να δημιουργήσει νέα εικαστικά αλφάβητα, νέες προοπτικές δημιουργίας και δυναμικές έκφρασης. Η εξέλιξη σε συνδυασμό με τη γνώση είναι τα σημαντικότερα στοιχεία της φιλοσοφίας του στη ζωή και στην καριέρα του. Σε όλη του την καλλιτεχνική πορεία δεν έμεινε ποτέ στάσιμος, αλλά ακολουθούσε καταπόδας τα τελευταία τεχνολογικά επιτεύγματα, μελετώντας τα και επεμβαίνοντας δημιουργικά σε αυτά με έναν προσωπικό, ιδιαίτερο τρόπο. Ο ευέλικτος και αποτελεσματικό χειρισμός των νέων μέσων γινόταν εφικτός μέσα από συνεργασίες με διάφορους επιστήμονες όπως ο Shuya Abe-συνεργάτης του στην κατασκευή του πρώτου video synthesizer- ή ο Norman Ballard-στο μεταγενέστερο Post video project όπου πειραματίζεται με τεχνολογίες laser.
Παράλληλα όμως με αυτό το θαυμασμό προς το καινούριο, δεν παύει να αναπτύσσει και έναν σκεπτικισμό προς την αβίαστη αποδοχή της τεχνολογίας από την κοινωνία.
Δεν αντιστέκεται στις αλλαγές- Ζεν γαρ- αλλά προσκαλεί τον κόσμο να τις βιώσει μαζί του, να τις αποδεχτεί αφού όμως τις έχει γνωρίσει και κατανοήσει. Μέσα από αυτή την εμπειρία των αλλαγών διαβλέπει μια οξύτερη αίσθηση του κόσμου. Δεν αφήνει την τεχνολογία να τον ελέγξει και να τον περιορίσει –αλλά την ελέγχει και την καθοδηγεί αυτός, ανακαλύπτοντας μια σχεδόν ουμανιστική πλευρά της, μετατρέποντάς την σε καλλιτεχνικό μέσον, προκαλώντας έτσι ένα διάλογο μεταξύ αυτής και της τέχνης.
Η τάση του να αμφισβητεί τα πράγματα δεν μπορεί να αφήσει απ΄ έξω και την ίδια την τέχνη. Σε συνέντευξη δηλώνει προκλητικά, σχεδόν ντανταϊστικά:
«Η τέχνη είναι απάτη. Πρέπει μόνο να κάνεις κάτι που δεν έχει κάνει κανείς άλλος»

Συνεργάστηκε με τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του καιρού του. Εκτός από τον Cage, τον Le Monte Young και τον Stockhausen οι συνεργασίες του περιλαμβάνουν ονόματα από τον Joseph Beuys και τον Merce Cunningham μέχρι την Laurie Andersen, τον David Bowie και τους Living Theater.

Η πιο μακροχρόνια και γόνιμη βέβαια συνεργασία του ήταν με την τσελίστρια και performer Charlotte Moorman, μια συνεργασία που κράτησε από το1964 μέχρι το θάνατό της το 1991. Οι performances τους συνδύαζαν το ανθρώπινο δυναμικό με τα τεχνολογικά μέσα, με τη χρήση οθονών και ειδικά επεξεργασμένων ψηφιακών μουσικών οργάνων. Στις δουλειές αυτές ο Paik σχολιάζει και αμφισβητεί τους παραδοσιακούς τρόπους εκτέλεσης, ακρόασης και αντίληψης της μουσικής-προβληματισμό που προφανώς έχει υιοθετήσει και μοιραστεί με τον Cage.
Με ότι και να ασχολείται ο Paik η λογική της performance τον στοιχειώνει. Ακόμα και στα έργα όπου η ανθρώπινη παρουσία λείπει, η παρουσία των εκάστοτε συσκευών είναι σχεδόν οργανική. Γρήγορα εναλλασσόμενες εικόνες και ήχοι σκηνοθετούν απροσδόκητες παρουσίες – θα έλεγε κανείς ότι οι οθόνες γίνονται οι performers του.
Το 1993 εκπροσωπεί τη Γερμανία στη Μπιενάλε της Βενετίας (μαζί με τον Hans Haake) και το 2000 το Guggenheim της Νέας Υόρκης του κάνει αναδρομική έκθεση όπου και παρουσιάζεται η τελευταία του δουλειά με τα laser.

O Nam June Paik έφυγε στις 29 Ιανουαρίου 2006 αφήνοντας “ορφανή” αλλά, χάρη σ΄ αυτόν, καλά εφοδιασμένη τη video art. Στη Νέα Υόρκη, τη Γερμανία, την Ιαπωνία, την Κορέα με αφορμή τον θάνατό του πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη σειρά εκδηλώσεων προς τιμήν του.

Για περισσότερες πληροφορίες http://www.paikstudios.com

8.5.09

Thatsinteresting


Nofound project



« Someone once told me 'ok, so what you like about photography is : sex, drugs and rock and roll!'. I don't like rock and roll ! With 'nofound', I chose to open a space for contemporary photographers to show fragments of their intimate diaries. Go and find the moment wether it was intentional or not. Who cares ? I don't... The look through the eye of the storm, the one picture that will bring out memories, the universal image allowing us to say 'me too'. The one showing us our one humanity through a presence, a glimpse of happiness, a violence, or an absence. This isn't a photo lesson, I wouldn't dare, just a try to search, universes. That's why, 'nofound'. » Emeric Glayse