31.7.08

He just paid his rent in the tower of song…

Είναι λοιπόν και αυτές οι στιγμές που αισθάνομαι χαρούμενη που είμαι 36 χρονών και έχω το ακαταλόγιστο στην απενοχοποίηση κι έτσι μπορώ να ανατριχιάζω ακούγοντας το Suzanne και να το λέω, να δακρύζω χωρίς ίχνος ντροπής στο Anthem, να τραγουδάω τα λόγια στο Take this Waltz χορεύοντας ένα αυτοσχέδιο βαλς και να χειροκροτώ εντόνως σαν παιδί για να ξαναβγεί ο Leonard Cohen στη σκηνή να τραγουδήσει το Famous blue raincoat που λαχταρούσα να ακούσω όλη την υπέροχη αυτή βραδιά που, αν και στον πιο ανάρμοστο χώρο που θα μπορούσε κανείς να τον δει και να τον ακούσει-πόσο θα του ταίριαζε ένας Λυκαβηττός-, ο αγαπημένος-αυτή η λέξη μου φαίνεται τώρα τόσο λίγη και δεν θέλω να υποπέσω στην υπερβολή του «λατρεμένος»- ποιητής, μουσικός, εκτελεστής, δημιουργός μάλλον με κάθε σημασία της λέξης-αν και οι λέξεις φοβάμαι ότι δεν με εξυπηρετούν όταν είμαι τόσο συναισθηματικά φορτισμένη όσο μετά από μια τόσο ιδιαίτερη καλλιτεχνική εμπειρία-παρά τα 74 χρόνια του κατάφερε να μαγέψει το κοινό, ένα κοινό πολυδιάστατο και πολυμορφικό σε ηλικία και ύφος αλλά ζεστό και ανυπόμονο να παρασυρθεί στη νοσταλγία και την ποίηση των θείων -πάλι ρέπω στην υπερβολή αλλά κάποιες στιγμές, όπως στο Hallelujah ή στο If it be your will, δυστυχώς αδυνατώ να τις περιγράψω διαφορετικά- μουσικών και στίχων, που τραγουδούσε και συμμετείχε, γεγονός που φυσικά δεν πέρασε απαρατήρητο από τον μάγο της βραδιάς που εκτός από τις πάμπολλες παρουσιάσεις του πολύ καλού επιτελείου μουσικών που είχε μαζί του –γλυκύτατος και ευγενής-δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει με τον πιο απλό και άμεσο τρόπο και τον κόσμο-“thank you for singing”- που ήξερε τους στίχους και που μέχρι το τέλος της σχεδόν τρίωρης συναυλίας δεν έπαψε να τον χειροκροτεί και επευφημεί ενθουσιασμένο με κάθε του κουβέντα. Ανάσα. Μακάρι να’ ταν κι άλλο…

Είναι άπειροι οι στίχοι με τους οποίους θα ήθελα να τελειώσω ένα παραληρηματικό κείμενο για τον Leonard Cohen αλλά επιλέγω αυτούς ίσως επειδή απόψε τους πρόσεξα για πρώτη φορά και δάκρυσα. Και γιατί η αποψινή βραδιά was such a crack:

Ring the bells that still can ring
Forget your perfect offering
There is a crack in everything
That's how the light gets in.

(Με μισώ όταν γίνομαι μελό)

18.7.08

εν αναμονή βελτίωσης

Το αντιλαμβάνομαι, το να είσαι γόνος σπουδαίων και χαρισματικών ανθρώπων μπορεί να είναι μεγάλο βάρος και να δημιουργεί εσπευσμένες προσδοκίες από τον κόσμο. Επίσης, θεωρώ ότι γνωρίζοντας μια μόνο δουλειά ενός καλλιτέχνη δεν μπορεί κανείς να βγάλει συμπεράσματα κι έτσι δεν βιάζομαι να κρίνω τον συγγραφέα Θανάση Χειμωνά μόνο από την Ραγδαία Επιδείνωση. Δεν μπορώ όμως και να μην αναφέρω το πόσο απογοητεύτηκα από ένα βιβλίο-και έναν συγγραφέα εκ των πραγμάτων- τόσο προβαλλόμενο και πολυσυζητημένο τον τελευταίο καιρό. Και όσο κι αν αποφεύγω να γράφω για πράγματα που δεν μου αρέσουν- προτιμώ πολύ συνειδητά να μοιράζομαι ενθουσιωδώς όσο και όταν μπορώ ωραίες εμπειρίες τέχνης- στην προκειμένη περίπτωση μάλλον θύμωσα λίγο με όλη αυτή τη δημοσιότητα ενός βιβλίου πνιγμένου στις ευκολίες και στα κλισέ και γι΄ αυτό προέκυψε αυτό το κείμενο. Φυσικά όλα αυτά είναι απολύτως προσωπικές απόψεις. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένη, Εγώ Προσωπικά το μοτίβο του μοναχικού, μυστηριώδους, γοητευτικού και μες τα ψυχοφάρμακα καλλιτέχνη-συγγραφέα το θεωρώ εξαιρετικά παρωχημένο όσο και το σκηνικό της πανέμορφης και ταλαντούχας ερωμένης που τον αφήνει –παρά τον σφοδρό τους έρωτα- για να παντρευτεί κάποιον πλούσιο και πετυχημένο για να μετανιώσει κάποτε -φυσικά όταν θα είναι αργά- οικτρά. Κάτι από ασπρόμαυρη ελληνική ταινία, κάτι από αμερικάνικο αισθηματικό, δεν ξέρω τι να πω, κάτι απροσδιόριστο, πάντως κάτι μου θυμίζει εντόνως. Αυτό το έργο το έχω ξαναδεί κοινώς. Η μοναξιά της μεγαλούπολης και το που αυτή μπορεί να οδηγήσει σίγουρα δεν είναι θέμα με το οποίο αυτό το βιβλίο πρωτοτυπεί. Και βεβαίως, δε λέω, είναι πάντα επίκαιρο και πάρα πολύ σημαντικό αλλά δεν ξέρω κατά πόσο δικαιολογεί την επινόηση μιας στρατιάς από τόσους ήρωες που συνδέονται μεν μέσω χαλαρών-και αδιάφορων κατά τη γνώμη μου- μυθοπλαστικών δεσμών αλλά τελικά όχι μόνο οι περισσότεροι δεν αναλύονται και δεν εξελίσσονται καθόλου ως χαρακτήρες αλλά και για όσους ακόμα αυτό γίνεται κάπως, ο τρόπος είναι τόσο βεβιασμένος και ρηχός που δεν πείθεται τελικά ο αναγνώστης για το ρεαλισμό της κατάστασης ούτε μοιράζεται τους όποιους προβληματισμούς του συγγραφέα. Και ναι, φυσικά, απαντώ εκ των προτέρων στο επερχόμενο σχόλιο περί της υπερβολής που ενίοτε οφείλει να χειρίζεται η τέχνη προκειμένου να υποδείξει την τραγωδία της καθημερινότητας, ο ρεαλισμός και η αληθοφάνεια δεν είναι πάντοτε το ζητούμενο αλλά –αλίμονο!- η ιστορία του γεροπαράξενου αποτυχημένου συγγραφέα που εκτυλίσσεται μέσα από επιστολές-και αυτό το βρίσκω κλισέ, συγνώμη- και καταλήγει στην αποκάλυψη του «φοβερού μυστικού»–ας μην αποκαλύψω το μοναδικό αν και άνευρο σασπένς του βιβλίου-ξεφεύγει εντέλει από το πλαίσιο της τραγωδίας και μάλλον αγγίζει τα όρια του τραγελαφικού… Όσο για την νέα πλούσια πανέμορφη και αθώα ερωτευμένη Έλια που ανακαλύπτει το δράμα των αλλοδαπών μέσω της υπηρέτριάς της, ε εδώ τι να πω; Δεν βρίσκω ούτε πρωτόγνωρο ούτε συναρπαστικό το ότι ένας άνθρωπος με υπηρέτη(!) στις μέρες μας δεν γνωρίζει τίποτα για το τι γίνεται εκεί έξω και όχι δεν συγκινούμαι με την έκπληξή του αλλά ούτε και παρακολούθησα μέσω αυτής καμιά «ραγδαία» ηθική αφύπνιση ή κανένα ευφάνταστο σχόλιο πάνω στη σχέση «πλούσιων και φτωχών» ή «αφέντη και δούλου». Τόσο η όμορφη ΄Ελια όσο και η ρωσίδα (νομίζω) Σβέτα παραμένουν ανενεργές επιφάνειες, ούτε καν τροχοί για την ανάδειξη και την ανάλυση κάποιου άλλου ήρωα. Ο συγγραφέας –πυρήνας οδηγείται στο φινάλε του βιβλίου επίσης «ραγδαία»-μάλλον βιαστικά εγώ θα έλεγα- και σχεδόν αναίτια μετά από ανούσιες ανακλήσεις παιδικών τραυμάτων και το διάβασμα της αλληλογραφίας-σαπουνόπερας του εκλιπόντος συναδέλφου του ενώ η πρώην ερωμένη του και επίσης ανεξιχνίαστη (πανέμορφη, πλούσια κτλ κτλ.)Δάφνη αμφιταλαντεύεται ακόμα (αλλά ω, πλέον άσκοπα) μεταξύ αυτού και της κατά τα άλλα τέλειας συζυγικής της ζωής…Και κάπου εκεί μάλλον διακυβεύεται και όλη η φιλολογία για τους ερωτευμένους στην οποία φιλοδοξεί το βιβλίο. Απέλπιδοι έρωτες
όμορφων αλλά προβληματικών ανθρώπων…Και μοναξιά, πολύ μοναξιά.
Σε τελική ανάλυση μπορεί απλώς αυτό το βιβλίο να μην είναι του γούστου μου… Θα ξαναδιαβάσω Θανάση Χειμωνά για να αποφασίσω αν μου αρέσει ή όχι το ιδίωμα του-ή και να το βρω τελικά γιατί κάποιο προσωπικό ύφος ομολογώ ότι δε διέκρινα. Και αν τελικά δεν μου αρέσει δεν θα ξαναγράψω τίποτα περί τούτου γιατί ήδη νιώθω πολύ πολύ κακός άνθρωπος ξαναδιαβάζοντας το κείμενό μου...