21.10.07

Φούνες ο Μνήμων και το βάρος της Ιστορίας

ο 1942 ο Μπόρχες γράφει το διήγημα Φούνες ο μνήμων- μια «εκτενή μεταφορά της αϋπνίας» σύμφωνα με τον ίδιο τον συγγραφέα. Πρόκειται για την ιστορία του Ιρενέου Φούνες, ενός ανθρώπου ανίκανου να ξεχάσει οτιδήποτε έχει δει ή ζήσει. Ο Φούνες, δέσμιος μιας αδυσώπητης αϋπνίας και καθολικά ανάπηρος μετά από ένα ατύχημα, περνάει τις ατελείωτες ώρες της ακινησίας του αναπολώντας μέχρι την απόλυτη λεπτομέρεια κυριολεκτικά όλα όσα έχουν περάσει μπροστά από τα μάτια του κατά τη διάρκεια της βραχείας ζωής του. Μετά από μια υπερβολική δόση παραστάσεων και μόλις 21 χρόνων ο Φούνες πεθαίνει από συμφόρηση πνευμόνων.
Εάν λοιπόν στις ερμηνευτικές σημειώσεις του διηγήματος ο –εξαίρετος-μεταφραστής και σχολιαστής Αχιλλέας Κυριακίδης ακολουθεί την κατά Σοπενχάουερ – και Όμηρο όπως λέει- αντιστοιχία του ύπνου στο θάνατο και κατά συνέπεια της αϋπνίας σε μια αβάσταχτη αθανασία, εγώ θα επιλέξω εδώ να ανατρέξω στις Νιτσεϊκές επιρροές του Μπόρχες και θα παραλληλίσω τον Φούνες και τη βασανιστική του αϋπνία με τον άνθρωπο που όπως αναφέρει ο ίδιος ο Νίτσε στην πραγματεία του Ωφέλεια και Μειονεκτήματα της Ιστορίας για τη Ζωή (1873-1876) "θα ήθελε να αισθάνεται πέρα για πέρα ιστορικά" και επεκτείνοντάς το ίσως και με μια ολόκληρη ανθρωπότητα που εμμένει να αναμασά την ιστορικότητά της (για να ακουμπήσω, εντέλει, τη σημερινή θεματική).

Η επιλογή της αναφοράς στον Νίτσε δεν γίνεται καθόλου αυθαίρετα. Αφ΄ ενός οι αναφορές του Μπόρχες στον φιλόσοφο είναι αναρίθμητες -ιδιαίτερα δε η ιδέα της αιώνιας επιστροφής επιστρέφει διαρκώς στο έργο του - (αναφέρω ενδεικτικά Τρεις εκδοχές της αιώνιας επιστροφής, Η θεωρία των κύκλων, Ο αθάνατος, Το Άλεφ, Ιστορία των αποήχων ενός ονόματος, Τα κυκλικά ερείπια και πολλά πολλά άλλα). Αφ΄ ετέρου εντοπίζεται τουλάχιστον μια φράση που θα μπορούσε να λειτουργεί και ως εσωτερικό αστείο, (μια καμεό εμφάνιση του Νίτσε στο διήγημα). Ο Μπόρχες μόλις στην πρώτη σελίδα του διηγήματος αναφέρει ότι «ο Φούνες ήταν ένας πρόδρομος των υπερανθρώπων: «ένας ατίθασος ιθαγενής Ζαρατούστρα»» -φράση που αναπόφευκτα παραπέμπει στις προαναφερόμενες κατευθύνσεις. Επιπλέον ήδη η Roxana Creimer παίζοντας ευφυέστατα με τον τίτλο του περίφημου Μπορχικού Μενάρ επιλέγει για το ανάλογης θεματικής κείμενό της σχετικό με τον μοντερνισμό τον τίτλο: «Νίτσε, ο συγγραφέας του Φούνες του Μνήμωνα».

Γράφει λοιπόν ο Νίτσε στο προαναφερόμενο κείμενο:

«Ένας άνθρωπος που θα ήθελε πέρα για πέρα να αισθάνεται μόνο ιστορικά θα ήταν ίδιος σχεδόν μ’ αυτόν που θα αναγκαζόταν να αποφεύγει τον ύπνο (…)»

Συνεπέστατα ο Φούνες είναι ένας άκρως ιστορικός άνθρωπος που πριν ακόμα «νοσήσει» με την αρρώστια της μνήμης. «…ξέρει πάντα την σωστή ώρα, σαν ρολόι.» αναφέρεται στο διήγημα.
Συνεχίζοντας ο Νίτσε λέει :
«(…) είναι δυνατόν να ζήσει κανείς σχεδόν χωρίς αναμνήσεις, και μάλιστα να ζήσει ευτυχισμένος όπως δείχνει το ζώο. Όμως είναι αδύνατο να ζήσει κανείς χωρίς γενικά να ξεχνάει. Ή για να εξηγηθώ ακόμα πιο απλά σχετικά με το θέμα μου: υπάρχει ένας βαθμός αϋπνίας, αναμασήματος, ιστορικού πνεύματος, με το οποίο το ζωντανό παθαίνει ζημιά και, στο τέλος, χάνεται είτε είναι άνθρωπος είτε λαός, είτε πολιτισμός.»

Εδώ λοιπόν το κοινωνικό ανάλογο της αϋπνίας η οποία-ή την οποία- θα επέφερε μια ανοικονόμητη μνήμη στον παθόντα είναι η διαρκής και λεπτομερειακή ενασχόληση με την Ιστορία.

Στην επόμενη φράση του σχεδόν σκιαγραφεί θα μπορούσε να πει κανείς το πορτραίτο του ήρωα του Μπόρχες:

«Σκεφτείτε το πιο ακραίο παράδειγμα: έναν άνθρωπο που δε θα είχε καθόλου τη δύναμη να ξεχνάει, που θα ήταν καταδικασμένος να βλέπει παντού ένα γίγνεσθαι…»

Ο νεαρός Ιρενέο μετά το ατύχημα δεν μπορεί να ξεχάσει:

«Ήξερε τα σχήματα που είχαν τα σύννεφα του νοτιά το ξημέρωμα στις 30 Απριλίου του 1882, και μπορούσε να τα παραβάλει στη μνήμη του με τα νερά ενός δερματόδετου βιβλίου που του χε ρίξει κάποτε μια ματιά, και με τα σχήματα του αφρού που σήκωσε ένα κουπί στο Ριο Νέγρο, την παραμονή της μάχης του Κεμπράτσο.»

Βλέπει παντού ένα γίγνεσθαι:

« …διέκρινε συνεχώς το αθόρυβο προχώρημα της διάβρωσης, της σήψης, της κόπωσης. Σημείωνε τη πρόοδο του θανάτου, της υγρασίας. Ήταν ο μοναδικός, διαυγής θεατής ενός κόσμου πολύμορφου, στιγμιαίου και σχεδόν αφόρητα ακριβούς.»

Η μνήμη του αποτελείται από λεπτομέρειες
«Η μνήμη μου κύριε, είναι ένας σωρός από σκουπίδια» θα ομολογήσει στο τέλος της συνάντησής του με τον συγγραφέα. Αναρίθμητες και άχρηστες λεπτομέρειες που τελικά τον σκοτώνουν με το βάρος τους, που τον πιέζουν ασφυκτικά οδηγώντας τον σε έναν πρόωρο θάνατο- μόλις δυο χρόνια αφ' ότου αποκτήσει το ιδιότυπο αυτό χάρισμα/κατάρα – από μια (άκρως συμβολική) συμφόρηση των πνευμόνων.

Το βάρος της μνήμης, το βάρος του παρελθόντος
«αυτό τον πιέζει προς τα κάτω ή τον λυγίζει μονόπλευρα…» γράφει ο γερμανός φιλόσοφος για τον ιστορικό άνθρωπο.

«Την ιστορία την αντέχουν μόνο δυνατές προσωπικότητες» λέει κάπου αλλού "τις αδύνατες τις εξαλείφει εντελώς".
Η άμετρη συσσώρευση ιστορικών γνώσεων "ένας τέτοιος κατακλυσμιαίος, εκκωφαντικός και βίαιος ιστορικισμός δεν είναι απαραίτητος (…) αλλά στον ύψιστο βαθμό επικίνδυνος" λέει κάπου άλλου.
Ο ήρωας του Μπόρχες συλλέγει αναμνήσεις αδιάκοπα αλλά είναι ανίκανος για γενικεύσεις
Η «μεγαλοσύνη του» λέει ο συγγραφέας είναι «ψελλή» και όπως προσθέτει αργότερα «δεν ήταν πολύ ικανός στη σκέψη. Σκέψη είναι να ξεχνάς τις διαφορές να γενικεύεις, να αφαιρείς»
Ο Φούνες αντιλαμβάνεται τα πάντα με την ίδια ισχύ. Το ουσιώδες και το μη ουσιώδες φαντάζουν το ίδιο στα μάτια του. Επαναφέρει παραστάσεις τις οποίες αδυνατεί να επεξεργαστεί κριτικά. Μαζεύει γνώσεις, μαθαίνει γλώσσες άσκοπα, μόνο και μόνο για να ξοδεύει τις στατικές ώρες που του κληρονόμησε το ατύχημα.

Ο Νίτσε βέβαια ουδέποτε αρνείται πλήρως τα οφέλη της ιστορίας. «το ανιστορικό και το ιστορικό είναι εξίσου αναγκαία για την υγεία ενός ατόμου, ενός λαού και ενός πολιτισμού» γράφει στο ίδιο κείμενο. Απλώς την αμφισβητεί στην περίπτωση που δεν διαβάζεται κριτικά. Κατακρίνει αυστηρότατα την άγονη συσσώρευση ιστορικών γνώσεων ως αυτοσκοπό, τη θυσία της παρούσης ζωντανής στιγμής στην μελέτη ενός νεκρού παρελθόντος, την αποθέωση του παλαιού και την επακόλουθη περιφρόνηση του παρόντος. Με άλλα λόγια την υπερβολή.
«'Ότι όμως η ζωή έχει ανάγκη από τις υπηρεσίες της ιστορίας πρέπει να γίνει αντιληπτό τόσο καθαρά όσο και η πρόταση η οποία αργότερα πρέπει να αποδειχθεί-ότι μια υπερβολή της Ιστορίας βλάπτει τον ζώντα.». Όπως λέει και στην εισαγωγή του κειμένου του: "μια υπερτροφική αρετή-όπως μου φαίνεται να είναι το ιστορικό πνεύμα της εποχής μας-μπορεί τόσο καλά να αποτελέσει την καταστροφή ενός λαού, όσο ένα υπερτροφικό ελάττωμα" ακριβώς όπως και η μνήμη για τον δύσμοιρο Φούνες που ξαναγυρνάει και ξαναγυρνάει (αιώνια…) στις αναμνήσεις του δέσμιος μιας απόλυτης ακινησίας σύμφυτης με το υπερτροφικό του χάρισμα που τελικά δεν τον αφήνει να ζήσει.

«Στο τέλος ο θάνατος φέρνει την ποθητή λήθη» γράφει ο Νίτσε για τον ιστορικό άνθρωπο, στο τέλος ο θάνατος φέρνει τη λήθη και για τον Φούνες.