8.3.10

Και μη παρέκει




Η χώρα μας εγέρασε μωρέ παιδιά. Μπορεί να αντιδρά στιγμιαία στις κατά καιρούς εκδηλώσεις καταπίεσης και διαφθοράς – με κάποια σκουριασμένα αντανακλαστικά- όμως κουράζεται γρήγορα και λησμονεί, αποχαυνώνεται με τσόντες και τηλεοπτικά διαζύγια και κατακάθεται, επαναπαυμένη με τα λίγα και μετά με τα λιγότερα. Σαν ηλικιωμένη ανήμπορη κυρία πάει στις εκλογές υποβασταζόμενη από υποτιθέμενους προστάτες και ψηφίζει αυτό που θα της δώσουν σε φακελάκι στο χέρι, χωρίς να αναρωτηθεί καθόλου για τυχόν άλλες επιλογές. Για να εισπράξει ένα επιδοκιμαστικό ευρωπαϊκό χτύπημα στον ώμο μετά. Good work. Keep walking. Με το πι βέβαια.
Ανατρέχει σε παλαιά αναγνώσματα και λεξιλόγια και ξαφνικά όλοι αρχίζουμε να μιλάμε για πατρίδες, για ελλαδίτσες και για θυσίες «υπέρ του έθνους» -που βέβαια άλλοι αναγκάζονται να κάνουν και άλλοι απλώς δεν θα κάνουν - με τα άμφια και τα κεφάλαια ανέγγιχτα, με ενισχύσεις στις τράπεζες και περικοπές από τους χαμηλόμισθους και τους συνταξιούχους, υποβαλλόμενοι σε οικονομικούς δήθεν μονόδρομους που θα ενισχύσουν και θα διαιωνίσουν γαρ την ίδια ακριβώς κατάσταση που μας οδήγησε μέχρι εδώ, εγκλωβισμένοι σε στείρες λογικές αδράνειας αφού δεν υπάρχει τίποτα –λέει- άλλο να κάνουμε, έτσι είναι το σύστημα. Γιατί το σύστημα είναι το matrix και από το matrix δεν βγαίνεις. Γιατί με δυο διαδηλώσεις και τρεις απεργίες δεν θα ιδρώσει το αυτί κανενός. Οπότε ΟΚ ας το αντέξουμε κι αυτό. Από το κινηματογραφικό matrix βέβαια τελικά βγήκανε. Αυτά όμως συμβαίνουν μόνο στις ταινίες. Και η δική μας περίπτωση σίγουρα δεν είναι επιστημονικής φαντασίας μάλλον σαπουνόπερα που παίζεται σε κάθε κανάλι καθημερινά. Κι εμείς παρακολουθούμε και ερμηνεύουμε ταυτόχρονα και ανελλιπώς συγκινημένοι τις τραγικές εξελίξεις. Θεατές και πρωταγωνιστές σε ένα σενάριο πλασαρισμένο έτοιμο, που δεν μας δόθηκε ποτέ ουσιαστικά η ευκαιρία να συμμετέχουμε στη γραφή του, όσο κι αν αυτή η ψευδαίσθηση ήταν εξαιρετικά εκτελεσμένη. Πολυάριθμοι κομπάρσοι υπερπαραγωγής, φιλόδοξης να φέρει κέρδος μόνο στα ονόματα των παρασκηνίων.
Σαφώς γνωρίζω πολύ καλά ότι δεν είμαι η μόνη που θυμώνω που πρέπει να πληρώσουμε εμείς τα σπασμένα αλλεπάλληλων αδηφάγων κυβερνήσεων, κουστουμάτων καλοζωισμένων κομπιναδόρων και ευέλικτων καταχραστών. Και που κανείς από τους δημοκρατικούς αντιπροσώπους μας μέχρι τώρα δεν έχει σκεφτεί ή τολμήσεις να διεκδικήσει- όταν το «εθνικό» χρέος έχει φτάσει να απαιτεί ανυποχώρητο λαϊκές θυσίες- την αρωγή του αμύθητου –και τόσο προσφάτως ξεφωνημένου- παγκαριού της εκκλησίας. Και που για μια ακόμα φορά οι διανοούμενοι λουφάζουν (εκτός κι αν είναι να υπερασπιστούν τα δικαιώματα γνωστών εκδοτών να απολύουν συνδικαλιστές). Και που όλος αυτός ο κόσμος που πρόκειται να περάσει τα δύσκολα στο άμεσο μέλλον το έχει πιο εύκολο να σχολιάζει τα τολμηρά «καλλιτεχνήματα» πλατινέ περσόνων, παρά να αντιδρά επίμονα και συστηματικά στα επιχρυσωμένα με φλυαρίες περί πατρίδος κυβερνητικά χάπια. Θέλω όμως και να ελπίζω ότι κάποια στιγμή άμεσα αυτός ο θυμός των όσων θα γίνει πρώτα των όλων και μετά θα υλοποιηθεί σε κάτι πιο συμπαγές και δραστικό. (viva)